ATHENS VOICE | Στέφανος Τσιτσόπουλος

[πατήστε εδώ]

«Own Oxy Gen»

Μια γνωριμία με τη ζωγράφο που φέτος το καλοκαίρι εξέθεσε τους πίνακές της στη Σύρο και τώρα, που φθινοπωριάζει, «ανηφορίζει» πάλι στο Βερολίνο, τη νέα της πατρίδα.

Περίεργο! Κοιτώντας τα «πρόσωπά» σου, διακρίνω μια συνεχή και ρευστή κατάσταση συναισθημάτων: το υποκείμενο μοιάζει να τελεί σε μια απροσδιόριστη συναισθηματική κατάσταση, λυπάται, χαίρεται, νιώθει, αδιαφορεί, κοιτά στα μάτια, κρύβεται, χάνεται, σκεπάζεται, αναδύεται, υπάρχει. Ή όχι. Σαν τα «είδωλα» να ανεβάζουν συνεχώς φωτογραφίες στο timeline του χρόνου, όπου κανένας δεν μπορεί να καταλάβει-νιώσει την κατάστασή τους. Ανέβασε μια εικόνα της-του, που χαμογελά γιατί έτσι νιώθει ή μήπως στέλνει μήνυμα αντίθετο από αυτό που νιώθει για να μην τον-την καταλάβουν; Βλέπουμε πολλά για αυτούς, υποψιαζόμαστε περισσότερα, μα δεν υπάρχει μια ασφαλής και συγκεκριμένη «παρουσία», δεν μπορούμε να ορίσουμε με τη μίνιμουμ βεβαιότητα, πως οι «άνθρωποί σου» βιώνουν κάτι. Τουναντίον: σαν να αλλάζουν μάσκες ή ψυχισμούς με απίστευτο ίλιγγο - αναρωτιέμαι πως μπορούν ταυτόχρονα να υποφέρουν ή να βιώνουν απάθεια. Να σπαράζουν λύπη ή να χαίρονται το φως...

Αυτό που θέλω να περιγράψω είναι την ίδια μας τη φύση, συναισθήματα, σχέσεις όπως το όνειρο με την πραγματικότητα, φως και σκιά, ζωή και θάνατος, καλό και κακό, σχέσεις αλληλένδετες μεταξύ τους, συνήθως συγκρουόμενες. Τα νιώθω σαν παράλληλα ρεύματα που δρουν και αντιδρούν, συμπληρώνονται και συγκρούονται - είμαστε εμείς με τους άλλους. Ταυτόχρονα τη σχέση μας με τον εαυτό μας, παράλληλα και με τον άλλο, που δρα άμεσα προβάλλοντας το εγώ μας, εκείνο που ψάχνουμε συνάμα να γνωρίσουμε και οι ίδιοι. Εκείνο που ισχυροποιείται των 

καταστάσεων, προσωποποιείται, αιχμαλωτίζει ή απελευθερώνει ανάλογα των συνθηκών που του επιτρέπονται. Και όχι από ευγένεια, αλλά από ανάγκη. Ακόμη και ο χρόνος υποκλίνεται σε τέτοιες ανάγκες. Και αν και όποτε παραμεληθεί, δεν θα πάψει να δρα υπόγεια, θα χτυπήσει το καμπανάκι του. Κάπως έτσι τα πρόσωπά μου, δίχως επιτήδευση, φαίνονται να σπαράζουν λύπη ή να χαίρονται το φως...

Γενιά - Οξυγόνο. Own Oxy Gen (eration): ακόμα και ο τίτλο σου είσαι διττός. Από τη μια, η ανάσα, η ζωή, το οξυγόνο, και από την άλλη ο πνιγμός, το τοξικό, ο κίνδυνος και η απελπισία. Από τα χρώματα και τα κοντράστ τους, μέχρι τις πινελιές-σχέδια, το dreamy πάει πακέτο με την κόλαση και ο λυρισμός του φωτός με τα επικίνδυνα σκοτάδια. Τι θέλεις να «περιγράψεις»; 

Μόνο οι άνθρωποι και τα έσω τους με ενδιαφέρουν πάντα. 

Τα πρόσωπα που με εμπνέουν είναι κρυμμένα, οι αύρες τους σαν να προσωποποιούνται. Στο Βερολίνο το εργαστήριό μου για δύο χρόνια ήταν σε πρώην νεκροταφείο. Εκεί καταπολέμησα το φόβο μου με το θάνατο, είχε απίστευτη ενέργεια - σαν να έβλεπα πρόσωπα παντού γύρω, απίστευτα δημιουργικό περιβάλλον. Μεταξύ ζωής και θανάτου, τροφή για δημιουργία.

Ζεις στο Βερολίνο τα τελευταία χρόνια, ως γνωρίζω. Με οικονομικές παραμέτρους που ορίζουν ένα μεγάλο κομμάτι της «ευτυχίας» που αναλογεί σε κάθε γενιά, εκεί τα πράγματα τελούν υπό μια «κανονικότητα». Σε αντίθεση με το ελληνικό εδώ και τώρα, όπου όλες οι γενιές, ανεξαρτήτως ηλικίας, βιώνουν μια δυστοπία που από οικονομική καταλήγει υπαρξιακή. Πού κατοικούν όμως οι ήρωες-πρόσωπά σου; Εδώ; Εκεί; 

Η οικονομική συνθήκη του καλλιτέχνη είναι μονίμως σε κρίση. Αυτό μου δείχνει η εμπειρία μου ζώντας Αθήνα και τα τελευταία χρόνια Βερολίνο. Έχω αποδεχθεί το ότι η υπαρξιακή δυστοπία είναι αναπόφευκτη γυρεύοντας αλήθειες. Τυχαίνει στη γενιά μας να έχουμε πληγεί και από οικονομικής πλευράς. Το δεύτερο ίσως το Βερολίνο το καταλαγιάζει ελαφρώς, χωρίς να σημαίνει ότι αλαφραίνει τα πράγματα. Οι ήρωές μου είναι εκείνοι που μου δίνουν ερεθίσματα στη ζωή - εδώ και εκεί. Κάποιοι από εκείνους, πολύ αγαπημένοι, κατοικούν εκεί ψηλά. Οι άλλοι που είναι γύρω, άνθρωποι που με εμπνέουν, είναι εκείνοι που χάνεις το χωροχρόνο μαζί τους, δεν ανήκουν… Είτε εκείνοι που είναι προβλέψιμοι τραγικά. Υπάρχουν σε Ελλάδα και Γερμανία, είναι λίγοι σε αριθμό και πάντα εμπνέουν!

Επιμένεις στον εξπρεσιονισμό. Είναι σταθερά η γλώσσα σου. Γιατί; 

Ο εξπρεσιονισμός με τράβηξε από το τρίτο έτος της φοιτητικής μου ζωής. Ακόμα με ερεθίζει η χειρονομία που σε αφήνει ελεύθερο, η ιδέα που σημαίνει πίσω από τα σχήματα και τα χρώματα. Ό,τι πιο κατάλληλο για την απόδοση συναισθημάτων, όταν το χέρι προλαβαίνει το μυαλό. Έτσι, ιδέα, χρώμα, σχήμα, υφή, σύνθεση δουλεύονται παράλληλα και το καθένα ξεχωριστά ενεργοποιείται και μαζί. Οι έννοιες που θέλω να αποδώσω είναι αδιόρατες και η μόνη πινελιά που με βοηθά σε αυτό ως τώρα είναι εξπρεσιονιστική.

Ενώ στο fb η χωροθέτηση γίνεται σε μια πολύ συγκεκριμένη κατασκευαστικά φόρμα -τακτοποιημένα, καδραρισμένα, στάνταρ προοπτική- στα έργα σου, που, όπως λες, προσπαθούν να «αποτυπώσουν» κομμάτια της ανθρωψυχογεωγραφίας των «χρηστών» επικρατεί ένα χάος. Η ασάφειά σου εναντίον της συνθήκης του fb. όπου σχεδόν όλοι τοποθετούνται επί των πάντων μα με ξεκάθαρες δηλώσεις-εικόνες. Τι συμβαίνει στην «πινακοθήκη» σου; 

Δεν τα έβαλα με το fb, μάλιστα το χρησιμοποιώ εξίσου όπως πολλοί στη γενιά μας. Σε αυτό που αμύνομαι είναι η τάση για έκφραση μέσω μόνο αυτού του μέσου. Ειδικά για τους dreamers και μένα μαζί, μια τόσο στυλιζαρισμένη μορφή έκφρασης, αν δεν εξισορροπείται στην πραγματική ζωή, ευνουχίζει και παραμυθιάζει. Μέτρον άριστον. Μπαίνεις 3 ώρες στο φβ τη μέρα, οκ, επισκέψου και μια έκθεση μια φορά το μήνα για 2 ώρες τουλάχιστον. Αναρτάς πως υποφέρεις από έρωτα 3 φορές το μήνα, οκ, πες το και στον άλλο μια φορά το μήνα από κοντά κοιτώντας τον στα μάτια. Δε θα αντικαθιστούσα ποτέ την αγωνία μου με μια ανάρτηση. Νιώθω λίγη να γράφω όσα αισθάνομαι πραγματικά σε όλους και να μην τα εκφράζω στον ενδιαφερόμενο. Ένα μηχάνημα με έναν έξυπνο μηχανισμό δεν μπορεί να αντικαταστήσει τις αισθήσεις, όραση, αφή, ακοή, γεύση, μυρωδιά.

Δώσε μου ένα σάουντρακ για την έκθεσή σου; Εγώ αυθαίρετα μεν, μα κοιτώντας προσεκτικά τη ζωγραφική σου, ε, πέρασαν και 20 χρόνια από την κυκλοφορία του, θα έβαζα να παίζει στο ριπίτ το «Paranoid Android» των Radiohead. Αλλά εγώ είμαι εγώ...

Εμπιστεύομαι το άσμα που σου ήρθε για soundtrack, ναι. Καθόλου αυθαίρετη επιλογή. Dreamy, συμβολικό, σουρεαλιστικό, καυστικό, φωνή και κιθάρα καίνε. Στίχος, «I may be paranoid, but not an android. Come on rain down on me. That’s it, sir. God loves his children, yeah!». Να εμπνέεις και να εμπνέεσαι.